Η λέξη «μαγεία» συνήθως υποδηλώνει μια διασκέδαση που συνίσταται σε κόλπα και κατορθώματα, τα οποία απλώς υποκρίνονται ότι αντιφάσκουν με την κοινή λογική του κόσμου. Οι σοβαροί ενήλικες δεν πιστεύουν στ?αλήθεια ότι ένας μάγος πραγματικά έχει υπερφυσικές δυνάμεις, ότι μπορεί πράγματι να κόψει με πριόνι μια γυναίκα στα δυο και να την επανεμφανίσει ολόκληρη μπροστά στα μάτια τους. Συνήθως μόνο τα παιδιά ξεγελιούνται από τέτοια κόλπα. Σε κοινωνίες ή σε κοινωνικές ομάδες όμως όπου η πίστη στην επιστήμη δεν έχει παραγκωνίσει την πίστη στη μαγεία ή στα θαύματα, ακόμη και οι ενήλικες αποδίδουν ειδικές δυνάμεις σε κάποια πρόσωπα, είτε αυτά αποκαλούνται μάγοι και μάγισσες, είτε άγιοι και αγίες. Πολλοί συμβουλεύονται ένθερμα τα ωροσκόπια ή τις χαρτορίχτρες και οι κομπογιαννίτες ανθούν. Τα τελευταία χρόνια πάντως η δυσπιστία στη μαγεία έχει εξαπλωθεί ανάμεσα σ?ένα αρκετά ευρύ τμήμα του πληθυσμού.

Είναι αλήθεια ότι μόνο λίγοι μεγάλοι φιλόσοφοι της αρχαιότητας σχημάτισαν μια ορθολογική άποψη του κόσμου, σε αντιδιαστολή προ τη μαγική άποψη. Η τεράστια πλειοψηφία των συγχρόνων τους, και σχεδόν όλοι οι διάδοχοί τους, για πολλούς αιώνες συνέχισαν να πιστεύουν στη μαγεία, όπως έκαναν πάντα οι άνθρωποι. Ακόμη και τώρα, που η επιστήμη και ο ορθολογισμός εκτιμώνται τόσο πολύ, η μαγική σκέψη και η μαγική πίστη ανθούν. Σε κάθε περίπτωση, είναι σίγουρα αρκετά σημαντικές και αρκετά διαδεδομένες, ώστε να αξίζει τον κόπο να τις προσέξουμε.

Η μαγεία και η πρόληψη ορίζονται πολύ απλά ως συνέπειες της πεποίθησης ότι οι σκέψεις και τα λόγια κάποιου μπορούν να επηρεάσουν, μπορούν ακόμη και να ελέγξουν άλλα πρόσωπα και αντικείμενα του περιβάλλοντος κάποιου. Όπως έχουν ανακαλύψει οι ψυχαναλυτές, όλα τα παιδιά περνούν μια φάση, στη διάρκεια της οποίας πιστεύουν σταθερά ότι κάτι τέτοιο ισχύει. «Η παντοδυναμία της σκέψης» είναι μια φράση που εμφανίζεται συχνά στην ψυχαναλυτική βιβλιογραφία. Σε κάποια έκταση τα μικρά παιδιά δικαιολογούνται να το πιστεύουν αυτό, αφού κάθε παιδί, καθώς μαθαίνει να μιλάει ανακαλύπτει ότι ταυτόχρονα αποκτά έναν έλεγχο πάνω στο περιβάλλον, ο οποίος είναι κυριολεκτικά μαγικός. Τώρα που μπορεί, για πρώτη φορά, να πει στη μητέρα του ή τον πατέρα του τι σκέφτεται, θα κάνουν ή θα του πάρουν ότι θέλει. Ακόμη, οι επιθυμίες των παιδιών είναι πολύ ισχυρότερες, τουλάχιστον σχετικά, απ? ό,τι οι επιθυμίες των ενηλίκων. Προκαλούν φαντασιώσεις που για το παιδί είναι πολύ πραγματικές. Αν τα σκληρά γεγονότα του πραγματικού κόσμου γύρω του είναι σε διαμάχη με τις γεμάτες πόθους ονειροπολήσεις του, ένα παιδί είναι πολύ περισσότερο ικανό από έναν ενήλικο να αγνοήσει τη δυσάρεστη πραγματικότητα και να επιμείνει ότι αυτό που επιθυμεί να είναι αληθινό, είναι πράγματι αληθινό. Μόνο βαθμιαία κάθε παιδί μαθαίνει να ξεχωρίζει τα εξωτερικά γεγονότα από τη γεμάτη επιθυμίες φαντασία και να ελέγχει την πραγματικότητα. Επιπλέον, ακόμη κι όταν αναπτύσσεται η ικανότητα ενός ατόμου να ελέγχει την πραγματικότητα, η τάση να σκέφτεται μαγικά, όπως κάνουν συνήθως τα παιδιά, επιμένει σε όλους μας, περισσότερο ή λιγότερο.

Πολλά παιδιά κάνουν μια επίμονη προσπάθεια, μισοαστεία μισοσοβαρά, να αποφύγουν τις ρωγμές όταν βαδίζουν σε ένα πεζοδρόμιο. Αυτά είναι τα παιδιά των οποίων οι εχθρικές επιθυμίες, ακόμη και δολοφονικές, σχετικά με τους γονείς τους, έχουν καταπιεστεί. Πως εξηγείται αυτό;

Ένα παιδί που μεγαλώνει σε ιδιαίτερα αυστηρό περιβάλλον, με πολλά «πρέπει» και «δεν πρέπει», απαγορεύσεις και τιμωρίες, σταδιακά θα χάσει τον αυθορμητισμό του και θα φοβάται μη κάνει ή μη πει κάτι που δεν επιτρέπεται. Θα προσπαθεί να ελέγχει τις παρορμήσεις του. Παράλληλα θα έχει θυμό μέχρι και εχθρικές επιθυμίες προς αυτούς που του επιβάλλονται. Οι εχθρικές όμως σκέψεις προκαλούν ενοχές. Και το παιδί θα προσπαθεί να αποφεύγει την τιμωρία και την ενοχή.

Η ασυνείδητη σκέψη «πρέπει να τιμωρηθώ γιατί έχω τέτοιες άσχημες επιθυμίες για τη μητέρα (ή τον πατέρα)» δίνει έναυσμα για τη συνειδητή πρόληψη: «αν πατήσω μια ρωγμή» που έχει το ασυνείδητο, συμβολικό νόημα της ικανοποίησης της κακής επιθυμίας, «κάτι κακό θα μου συμβεί». Για να αποφύγει την τιμωρία (συνειδητά «κακή τύχη») το παιδί χρησιμοποιεί μαγεία: αποφεύγει τις ρωγμές κι έτσι αναγκάζει τη μοίρα να του δώσει «καλή τύχη».

Στην ασυνείδητη πρόληψη και τη μαγική τελετουργία, ο γονιός του έχει γίνει μια παντοδύναμη, παντογνώστρια «μοίρα», της οποίας το καλό μπορεί να εξασφαλιστεί με μια συμπεριφορά (όχι βάδισμα πάνω στις ρωγμές) η οποία δεν έχει ρεαλιστική, πρακτική αξία. Η αξία της αντλείται μόνο από την ασυνείδητη σκέψη του παιδιού, από την εξίσωση του βαδίσματος πάνω σε μια ρωγμή με την ικανοποίηση των εχθρικών του επιθυμιών για το γονιό του. Η μαγεία εξαρτάται από τη σκέψη, σ?αυτή την περίπτωση από τις σκέψεις για τις επιθυμίες και τους φόβους της παιδικής ηλικίας, παρά από την εμπειρία με τον πραγματικό κόσμο.

Ο μηχανισμός αυτός επεκτείνεται και εκδηλώνεται, βέβαια, με πολλούς τρόπους. Ο καθένας έχει για παράδειγμα το δικό του «γούρι». Με μια μαγική λέξη, φράση, κίνηση ή πράξη αποφεύγεται το απειλητικό ή δυσάρεστο. Γνωστό είναι το «κτύπα ξύλο» ή το σταυροκόπημα έξω από τις εκκλησίες. Ένας πανέξυπνος και μορφωμένος πελάτης μου κάποτε, μου περιέγραψε την αγωνία που ένιωθε όταν ως παιδί μέτραγε με κομμένη την ανάσα του (!), από το 1 και όσο πάει. Όταν έφτανε στο 70 ανέπνεε πάλι και ησύχαζε. Αυτό σήμαινε γι αυτόν ότι η μητέρα του θα γίνει τουλάχιστον 70 χρονών!

Μια άλλη κοινή προκατάληψη αφορά στον αριθμό 13. Η πεποίθηση ότι το 13 είναι ένας γρουσούζικος αριθμός είναι τόσο διαδεδομένη, ώστε πολλά κτίρια δεν έχουν όροφο με τον αριθμό 13, επειδή οι άνθρωποι αρνούνται να πάνε εκεί, οι θέσεις των θεατών αριθμούνται έτσι ώστε να αποφύγουν το 13 κλπ.

Είναι αρκετά ενδιαφέρον ότι είναι μια χριστιανική προκατάληψη. Στην αρχική της μορφή ήταν μια πεποίθηση ότι είναι κακή τύχη να καθίσουν 13 άνθρωποι στο τραπέζι. Η ερμηνεία δε που δίνεται είναι πως στο Μυστικό Δείπνο παρακάθησαν 13: ο Χριστός και οι 12 απόστολοί του. Μια άλλη χριστιανική πρόληψη, στενά συνδεδεμένη με αυτήν, είναι ότι η Παρασκευή είναι γρουσούζικη μέρα, καθώς είναι η μέρα της εβδομάδας που σταυρώθηκε ο Χριστός. Ένας συνδυασμός των δύο προκαταλήψεων ισχυρίζεται ότι Παρασκευή και 13 είναι εξαιρετικά γρουσούζικη μέρα. Κάτι κακό θα συμβεί, ίσως πεθάνει κάποιος, όπως τότε ο Χριστός. Τα 13 άτομα στο τραπέζι είναι κακή τύχη. Στην πραγματικότητα όμως, ο συνειδητός συλλογισμός είναι λανθασμένος εδώ, όπως σε κάθε πρόληψη. Ο Μυστικός Δείπνος ήταν η πρώτη μετάληψη.

Στο Μυστικό Δείπνο οι μαθητές του Χριστού έφαγαν τη σάρκα του και ήπιαν το αίμα του, το φαγητό τους ήταν ο ίδιος ο Θεός. Για άλλη μια φορά έχουμε να κάνουμε με μια ασυνείδητη επιθυμία της παιδικής ηλικίας: να σκοτώσουμε και να καταβροχθίσουμε τον πατέρα. Έτσι, για ένα χριστιανό, η παρουσία 13 ατόμων σε ένα τραπέζι συμβολίζει μια ασυνείδητη παιδική επιθυμία να σκοτώσει και να φάει τον πατέρα του, επιθυμία γεμάτη ενοχή και φόβο. Ασυνείδητα, ο προληπτικός χριστιανός, όπως το παιδί στο προηγούμενο παράδειγμά μας, λέει στον πατέρα του ότι είναι καλός γιος, ο οποίος δεν επιθυμεί να κάνει κάτι τόσο κακό, όπως να τον σκοτώσει και να τον φάει, πράξη για την οποία θα περίμενε να τιμωρηθεί, αν προσπαθούσε να την κάνει. Αποφεύγοντας την πράξη που συμβολίζει την ικανοποίηση της κακής επιθυμίας του μπορεί, να αποφύγει τα αντίποινα («κακή τύχη»).

Είναι εντυπωσιακό επίσης ότι οι περισσότεροι που φοβούνται ότι το 13 θα τους φέρει γρουσουζιά δεν έχουν την ελάχιστη γνώση για την καταγωγή της πρόληψης και τη σχέση της με το Μυστικό Δείπνο, ή ακόμη και με το Χριστό. Ο,τιδήποτε για το οποίο αισθανόμαστε ασυνείδητα ένοχοι μπορεί να προκαλέσει μια συνειδητά ανεξήγητη ή παράλογη προσδοκία κακοτυχίας, μια προσδοκία την οποία μπορεί κανείς να προσπαθεί να καταπραΰνει μαγικά. Γι?αυτό, μπορούμε να υποθέσουμε ότι οποιοσδήποτε αισθάνεται περίεργα για την πιθανότητα ότι το 13 ή οποιοσδήποτε άλλος οιωνός θα του φέρει κακή τύχη είναι πιθανότατα ασυνείδητα ένοχος για κάτι.

Οι οιωνοί και οι μαντείες γενικά είναι ένα σημαντικό κομμάτι της πίστης σε προκαταλήψεις. Επιτελούν μια διπλή λειτουργία. Προβλέπουν το μέλλον και συμβουλεύουν την κοινότητα ή το άτομο αν είναι η κατάλληλη στιγμή για την ανάληψη κάποιου συγκεκριμένου σχεδίου, ο,τιδήποτε κι αν είναι το σχέδιο: ερωτική υπόθεση ή επιχειρηματικό εγχείρημα. Σχεδόν κάθε φυσικό φαινόμενο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να γίνει η επιθυμητή πρόβλεψη: τα άστρα, το πέταγμα των πουλιών, μια έκλειψη της σελήνης ή του ήλιου, το συκώτι ενός ζώου, οι γραμμές στην παλάμη, ή τα φύλλα σε ένα φλιτζάνι τσαγιού. Σε κάθε περίπτωση, η προληπτική πίστη είναι ότι οποιοσδήποτε ή οποιαδήποτε «δύναμη» έχει κάνει τα άστρα να κινούνται, τα πουλιά να πετάνε ή τον ήλιο να σταματάει να λάμπει, το έχει κάνει για να πει σε καθέναν από εμάς τι μπορεί ή τι δεν μπορεί να κάνει τώρα, χωρίς το φόβο της τιμωρίας, καθώς και πόσο ευνοημένος θα είναι στο μέλλον.

Πάνω στη βάση αυτού που γνωρίζουμε για την ασυνείδητη ψυχική ζωή, φαίνεται λογικό να συμπεράνουμε ότι αυτή η πίστη, όπως μια θρησκευτική πίστη των ενηλίκων στο Θεό, αντλείται από τη στάση των παιδιών προς τους γονείς τους. Αν κανείς παρακούει τους γονείς του, περιμένει να τιμωρηθεί. Στην παιδική ηλικία υπεύθυνοι για το μέλλον είναι οι γονείς. Ο προληπτικός που πιστεύει σε μάντεις, φαίνεται ασυνείδητα είναι ακόμα παιδί. Γι αυτό άλλωστε οι αστρολόγοι και οι μάντεις συνήθως είναι ηλικιωμένοι.

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η πίστη στη μαγεία και τις προκαταλήψεις πηγάζει από φόβους και ενοχές που προσπαθεί κανείς να εξουδετερώσει με έναν μαγικό τρόπο. Όσο πιο συναισθηματικά ώριμο είναι ένα άτομο (ή ένας λαός), τόσο λιγότερο θα πιστεύει σε μάγια, αστρολόγους, χαρτορίχτρες, τάματα, γούρια, ξεματιάσματα κλπ. Εξαιτίας της μεγάλης σημασίας και επίδρασης των θρησκειών, που έχουν μια παρόμοια προέλευση, αναφέρομαι σε ξεχωριστό κείμενο.