Ομιλία προς τους Τενεδίους, Ιμβρίους, Κωνσταντινουπολίτες

Όταν εστιάζουμε την προσοχή μας σ'αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, διαπιστώνουμε ότι ο άνθρωπος τελικά δε λειτουργεί με βάση τη λογική. Δεν υπάρχει λογικός λόγος να δημιουργούμε πολέμους, να καταστρέφουμε, να βασανίζουμε, να μην κατανοούμε τον άλλο, ν'αποφεύγουμε την αλήθεια ή την πραγματικότητα, να τιμωρούμε τα παιδιά μας, ν'αναπτύσσουμε ψυχογενή συμπτώματα που δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε, να ερωτευόμαστε και μετά από κάποιο διάστημα να θέλουμε να εκδικηθούμε αυτόν που ερωτευτήκαμε κ.λ.π.

Η ατέρμονη αυτή λίστα περίεργων, ακατανόητων και παράλογων συμπεριφορών αναγκάζει τους σκεπτόμενους ανθρώπους και τους επιστήμονες να προσπαθούν να εξηγήσουν όλα αυτά τα φαινόμενα. Ποιοί παράγοντες καθορίζουν τελικά τις δράσεις και αντιδράσεις μας, τις επιλογές μας, τα συναισθήματά μας και γενικότερα τη συμπεριφορά μας, εφόσον η θέληση κι η λογική δεν κατορθώνουν εδώ και αιώνες να μας οδηγήσουν σε μια ειρηνική και αρμονική ζωή με εμάς και με το περιβάλλον μας.

Μια συνοπτική εισαγωγή στην ανθρώπινη φύση και συμπεριφορά είναι η εξής:

Από τους προγόνους του ο άνθρωπος διατηρεί δύο βασικά ένστικτα: την επιθετικότητα για την επιβίωσή του και τη σεξουαλικότητα για την αναπαραγωγή του.

Το νεογέννητο παιδί ερχόμενο στον κόσμο κουβαλάει μαζί του τα ένστικτα αυτά. Η σωματική του διάπλαση είναι επίσης κληρονομική. Όλα τα άλλα είναι επίκτητα, δηλαδή ο χαρακτήρας και η προσωπικότητά του παιδιού θα διαμορφωθούν μέσα στο περιβάλλον που θα μεγαλώσει.

Το πλήρως εξαρτημένο βρέφος από τη μέρα που γεννιέται είναι εκτεθειμένο σε ματαιώσεις, καθότι κανένας γονέας δεν είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες του παιδιού του, όποτε, όσο και όπως θέλει αυτό. Από τη μια πλευρά δηλαδή η μάνα το φροντίζει και του παρέχει πολλά, από την άλλη όμως του στερεί πράγματα, έστω και για μικρά διαστήματα. Αυτή είναι άλλωστε και η απαρχή της διαφοροποίησης του καλού και του κακού. Το στήθος της μάνας είναι και καλό και κακό (καλό όταν είναι διαθέσιμο και κακό όταν φεύγει πριν την ώρα του).

Όσο μεγαλώνει το παιδί τόσο αυξάνουν οι υποδείξεις και οι απαγορεύσεις. Για να μπορέσει να επιβιώσει και να εξασφαλίσει τη διατήρηση της αγάπης και της φροντίδας της μάνας του, όπως και τη διατήρηση της ψυχικής του ισορροπίας αναγκάζεται να αναπτύξει, χωρίς να το καταλαβαίνει, μηχανισμούς που ονομάζουμε μηχανισμούς άμυνας. Η διαδικασία αυτή γίνεται ασυνείδητα, κατά τη περίοδο της προσχολικής ηλικίας. Ο χαρακτήρας λοιπόν και η προσωπικότητα διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο μέσα από αυτούς τους αμυντικούς μηχανισμούς και διατηρείται καθόλη τη διάρκεια της ζωής. Ο σκοπός των μηχανισμών αυτών είναι η αποφυγή ή η διαχείριση κάποιου ισχυρού και απειλητικού συναισθήματος (άγχος, θλίψη, ενοχή) αφενός κι αφετέρου η διατήρηση της αυτοεκτίμησης.

Θα σας παρουσιάσω πολύ συνοπτικά μερικούς από τους μηχανισμούς άμυνας του Εγώ για να εμπλουτίσετε τις γνώσεις σας πάνω στα θέματα λειτουργίας και συμπεριφοράς του ανθρώπου και για να γίνει ευκολότερα κατανοητό το θέμα που θέλουμε να επεξεργαστούμε.

Όταν δεν αντέχουμε κάτι μπορούμε να καταφεύγουμε σε ονειροπολήσεις, στον ύπνο και γενικότερα στον κόσμο μας ( απόσυρση ) . Μπορούμε επίσης να μην αποδεχόμαστε ότι κάποιες δυσάρεστες εμπειρίες όντως συμβαίνουν (η μητέρα που αρνείται το χαμό του παιδιού της, αυτός που αρνείται να κλάψει για να μην εκτεθεί, ο ήρωας που δεν σκέφτεται ότι μπορεί να πάθει κάτι κλπ). Στις περιπτώσεις αυτές μιλάμε για τον μηχανισμό της άρνησης.

Ένας άλλος τρόπος ν'αποφεύγουμε τη δυσάρεστη ή απειλητική πραγματικότητα είναι η εξιδανίκευση και η υποτίμηση (ο γονέας, ο ερωτικός σύντροφος, ο γιατρός, ο πολιτικός κλπ, εξιδανικεύονται όταν αυτό υπηρετεί τις ανάγκες της αυτοεκτίμησής μου και υποτιμούνται όταν αυτό δεν προκύπτει. M έσα από τον σπουδαίο άλλο γίνομαι κι εγώ σπουδαίος και νιώθω σιγουριά, ή αντίθετα υποτιμώ τον άλλον για να εξουδετερώσω την κριτική του).

Ο μηχανισμός της προβολή ς είναι η διεργασία όπου ένα φαινόμενο με ενδογενή προέλευση (π.χ. η ζήλεια, εγώ ζηλεύω), παρερμηνεύεται από το άτομο και γίνεται αντιληπτό ως εξωγενές (π.χ. ο άλλος με ζηλεύει). Στην ήπια του μορφή βοηθά την ικανότητα για ενσυναίσθηση, στην υπερβολική του μορφή όμως προκαλεί το αντίθετο : οι άλλοι επικρίνουν, ζηλεύουν ή καταδιώκουν).

Κατά τη διεργασία της ενδοβολή ς συμβαίνει το αντίθετο (ταύτιση με τα πρόσωπα του περιβάλλοντος). H ταύτιση όμως με τον επιτιθέμενο ( a δεν είμαι εγώ το αβοήθητο θύμα, είμαι ο ισχυρός επιβολέας) οδηγεί σε επιθετική, εκρηκτική ή σαδιστική συμπεριφορά).

Η απώθηση είναι γνωστή σε όλους μας. Κάτι που μας προξενεί ιδιαίτερη αναστάτωση το ξεχνάμε. Την υπερβολική επιστράτευση της απώθησης τη συναντάμε στις υστερικές προσωπικότητες.

Ακύρωση : Η ασυνείδητη προσπάθεια αντιστάθμισης κάποιας επίδρασης - συνήθως της ενοχής ή της ντροπής - με μια στάση ή συμπεριφορά η οποία με κάποιο μαγικό τρόπο θα την εξαλείψει (ο σύζυγος που φέρνει δώρο μετά από τσακωμό, η εξομολόγηση κι άλλες θρησκευτικές τελετουργίες, το σταυροκόπημα έξω από εκκλησίες, τα γούρια, η αποφυγή των αρμών στις πλάκες του πεζοδρομίου για να μην πεθάνει η μαμά, κοινωνική ή φιλανθρωπική προσφορά κ.α.).

Η άμυνα μετάθεση αναφέρεται στην αλλαγή της κατεύθυνσης μιας ορμής, ενός συναισθήματος ή μιας συμπεριφοράς από το αρχικό της αντικείμενο σε κάποιο άλλο (πρόβλημα με τον εργοδότη a τσακωμοί με τη σύζυγο, τα παιδία κ.α., απιστία a μίσος προς το τρίτο πρόσωπο ), ρατσισμός κ.λ.π.

Η ταύτιση είναι ένας γνωστός μηχανισμός και πολύ σημαντικός. (ταύτιση με γονέα - οιδιπόδειο, με ήρωες, θεραπευτές, θετική - αρνητική ταύτιση, ταύτιση με τον επιτιθέμενο κ.α.)

Η εκδραμάτιση, η σεξουαλική επένδυση, η μετουσίωση, η εκλογίκευση, η μόνωση κλπ ανήκουν επίσης στους μηχανισμούς άμυνας.

Το σημαντικό για μας είναι το εξής: Αυτό που σκέφτομαι, αισθάνομαι και πράττω μου είναι συνειδητό. Το γιατί μου είναι ασυνείδητο ή τουλάχιστον έχει την ασυνείδητη πλευρά του, που όμως είναι καθοριστική.

Ας έρθουμε τώρα στο κυρίως θέμα μας που είναι το πένθος εξαιτίας του ξεριζωμού μας από τα πάτρια εδάφη.

Καθ'όλη τη διάρκεια της συναισθηματικής μας ζωής οι εκ διαμέτρου διαφορετικές έννοιες του ενώνω - χωρίζω ή συνδέομαι - αποχωρώ (εγκαταλείπω) είναι ιδιαίτερης σημασίας. Η μεν πρώτη μας οδηγεί συνειρμικά στην τρυφερότητα, την αγάπη, τον πόθο, το πάθος, τη φιλία, τη σεξουαλικότητα κ.λ.π. , η δε δεύτερη στον αποχωρισμό, την απώλεια, την εγκατάλειψη και το θάνατο.

Με τον ερχομό στη ζωή χάνουμε τον «παράδεισο» της μήτρας της μάνας και βιώνουμε για πρώτη φορά το φόβο της απώλειας. Ο θάνατος είναι ο τελευταίος μας αποχωρισμός. Η επίγνωση της παροδικότητας της ζωής μας οδηγεί στις συνεχείς προσπάθειες που κάνουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα, ενάντια στο φόβο θανάτου. Γεννάμε παιδιά για τη συνέχειά μας, φτιάχνουμε πράγματα που δεν «πεθαίνουν», δημιουργούμε θρησκείες που μας υπόσχονται αιωνιότητα και επανένωση με ό,τι έχουμε χάσει. Μάλιστα, επινοώντας την μετεμψύχωση ή την μετενσάρκωση δεν παρατείνουμε τη ζωή μετά θάνατο προς το μέλλον μόνο, αλλά και προς το παρελθόν.

Ο φόβος αποχωρισμού όπως και η ικανότητα να αποχωρίζεσαι κάποιον ή κάτι εκδηλώνεται καθημερινά με διάφορους τρόπους (το μικρό παιδί που υποκαθιστά τη μάνα με κάποιο αντικείμενο «μεταβατικό αντικείμενο», το παιδί που αναπτύσσει σχολική φοβία για να μην αποχωριστεί τη μάνα και το σπίτι του, ο έφηβος που τσακώνεται με τους γονείς του για να μπορέσει να αυτονομηθεί, ο ηλικιωμένος που αλλάζει συνήθειες και χόμπι ανάλογα με τις δυνάμεις του). Επίσης, μια καλή σχέση προϋποθέτει την ικανότητα να είσαι και μόνος και να επιτρέπεις τον άλλο να έχει το δικό του χώρο και χρόνο. Ακόμα και η ανάπτυξη της ικανότητας τού να σκέφτεσαι σχετίζεται με την έννοια του αποχωρισμού, καθότι ένα ώριμα σκεπτόμενο άτομο είναι σε θέση να ενώνει και να συνδυάζει το περιεχόμενο διαφορετικών σκέψεων, κυρίως όμως να αποχωρίζεται υιοθετημένες ιδέες άλλων ή του παρελθόντος. Ο έννοια λοιπόν του αποχωρισμού και της απώλειας, όποιο περιεχόμενο κι αν έχει, είναι μια ιδιαίτερα σημαντική, αλλά παράλληλα απειλητική και επώδυνη συναισθηματική κατάσταση.

Όταν ακούμε ή διαβάζουμε τη λέξη «πένθος» το πρώτο που σκεφτόμαστε είναι ότι κάποιος πέθανε κι ότι αυτός που έχασε το αγαπημένο του πρόσωπο πενθεί.

Το πένθος όμως δε σχετίζεται μόνο με το θάνατο, αλλά και με άλλες μορφές απώλειας. Όταν ένα παιδί χάσει το γονέα του (διαζύγιο, εξαφάνιση του ενός γονέα), την αγαπημένη του δασκάλα (μετάθεσή της σε άλλο μέρος), τους φίλους του (μετακόμιση), το σκύλο ή τη γάτα του κ.λ.π. θα νιώσει δυσάρεστα συναισθήματα και θα αναγκαστεί να πενθήσει. Ενήλικα άτομα που χάνουν τη δουλειά τους, το ασφαλές περιβάλλον τους, τα νιάτα τους, την υγεία τους, τα παιδιά τους που φεύγουν κ.λ.π. επίσης περνάνε από μια διαδικασία πένθους.

Ποιά είναι όμως η ψυχοδυναμική προσέγγιση της απώλειας και του πένθους;

Όταν αγαπάμε κάποιους ανθρώπους ή είμαστε βαθιά συνδεδεμένοι μαζί τους, τότε τους ενδοβάλουμε (σας υπενθυμίζω τον μηχανισμό άμυνας της ενδοβολής) και οι αναπαραστάσεις τους μέσα μας γίνονται τμήμα της ταυτότητάς μας (είμαι ο γιος του τάδε, ο σύζυγος της τάδε κ.λ.π.). Εάν εξαιτίας ενός θανάτου, ενός αποχωρισμού ή μιας απόρριψης χάσουμε κάποιον ή κάτι του οποίου την εικόνα είχαμε εσωτερικεύσει, δεν αισθανόμαστε μόνο ότι το περιβάλλον είναι φτωχότερο, λόγω της απουσίας του από τη ζωή μας, αλλά και ότι ένα κομμάτι του εαυτού μας έχει πεθάνει. Μια αίσθηση κενού έρχεται να κυριαρχήσει στον εσωτερικό μας κόσμο. Επίσης ανεκπλήρωτοι στόχοι, επιθυμίες και όνειρα οδηγούν σε αισθήματα ανεπάρκειας και ενοχής.

Εάν στόχος μας είναι να ξαναβρούμε αυτό που χάσαμε και όχι να παραιτηθούμε απ'αυτό, τότε συχνά αναπτύσσουμε την έμμονη ιδέα να ανακαλύψουμε το λάθος που κάναμε και χάσαμε αυτό που αγαπούσαμε. Η συνειδητή έκφραση αυτής της ασυνείδητης διεργασίας είναι η σκέψη ότι αν μπορούσαμε να διορθώσουμε ό,τι κάναμε λάθος, τότε έχουμε τη δύναμη να το ξαναφέρουμε πίσω ή να το ξαναφέρουμε στη ζωή (μια ακόμη εκδήλωση της βρεφικής παντοδυναμίας).

Μια σημαντική απώλεια λοιπόν προκαλεί φυσιολογικά τα εξής:

  1. Άρνηση
  2. Συναισθήματα λύπης, θλίψης, μοναξιάς και εγκατάλειψης
  3. Θυμός και οργή για την απώλεια
  4. Ανάγκη αποχωρισμού και νέων προσανατολισμών.

H φυσιολογική διεργασία πένθους περιλαμβάνει:

Αποδοχή της πραγματικότητας

Βίωση του πόνου που προκαλείται από τα δυσάρεστα συναισθήματα

Κατανόηση και επεξεργασία του θυμού και της ενοχής

Σταδιακή προσαρμογή και συναισθηματική επανεπένδυση

Όταν ένα άτομο αδυνατεί με το πέρασμα του χρόνου να αποχωριστεί εσωτερικά από ένα αγαπημένο πρόσωπο ή αντικείμενο (κατάσταση), του οποίου την εικόνα έχει ενδοβάλει και ως εκ τούτου αποτυγχάνει να επενδύσει συναισθηματικά σε άλλους ανθρώπους, τότε εξακολουθεί να αισθάνεται στερημένο, ανάξιο και εξαντλημένο. (Οι ψυχολογικοί δεσμοί με αντικείμενα της πρώιμης ηλικίας τα οποία μας απορρίπτουν οδηγούν συνήθως στην καταθλιπτική δομή της προσωπικότητας).

Υπάρχουν λοιπόν κάποιες διαφορές ανάμεσα στο φυσιολογικό πένθος, το παθολογικό πένθος, και την κατάθλιψη. Το φυσιολογικό πένθος είναι μια ενδοψυχική διαδικασία μέσω της οποίας το άτομο κατορθώνει σταδιακά να αποσπαστεί/αποχωριστεί από το άτομο (ή την κατάσταση) που έχασε. Περιλαμβάνει αισθήματα θλίψης, κενού, αδικίας, ενοχής και επιθετικότητας, τα οποία συνυπάρχουν ή εμφανίζονται διαδοχικά. Η επεξεργασία των ενοχών και της επιθετικότητας είναι ιδιαίτερα σημαντική. Σκέψεις όπως «μήπως φταίω εγώ που έφυγε/πέθανε», «αν έκανα αυτό ή το άλλο μήπως προλάβαινα να σώσω καταστάσεις;» ή «τώρα βρήκες να φύγεις, δε με σκέφτηκες;», «τι Θεός είσαι εσύ που μου πήρες τον αγαπημένο!», κυριαρχούν μαζί με τις αναμνήσεις για μικρό ή μεγάλο διάστημα. Κατά τη διεργασία του φυσιολογικού πένθους η ένταση των συναισθημάτων σταδιακά καταλαγιάζει, η σχέση με το χαμένο αντικείμενο επαναδιαπραγματεύεται και το αντικείμενο επανενδοβάλλεται. . Όσο το άτομο αρνείται να συμμετέχει σε αυτή τη διαδικασία και εμμένει μόνο στις ευτυχισμένες αναμνήσεις του ή στις ενοχές και την επιθετικότητά του, η επιτυχής έκβαση της διαδικασίας του πένθους αποδυναμώνεται.

Ο αποχωρισμός στην περίπτωση του φυσιολογικού πένθους δε σημαίνει ότι ξεχνάμε αυτό που χάσαμε. Το θυμόμαστε, χωρίς όμως να μας κυριεύουν τα δυσάρεστα συναισθήματα θυμού ή ενοχής. Τότε, η ανάμνηση του χαμένου αντικειμένου οδηγεί στη σκέψη: «Ναι, το έχασα, αλλά ευτυχώς που το είχα (ή ήταν ωραία που το είχα».

Στην περίπτωση του παθολογικού πένθους, το άτομο ενδέχεται να αρνείται το θάνατο του αγαπημένου προσώπου ή να συνεχίζει να θεωρεί τον εαυτό του ένοχο για την απώλεια, ή να νομίζει ότι βρίσκεται υπό την επίδραση ή την κατοχή του χαμένου αντικειμένου (προσώπου) ή ακόμα να νομίζει ότι έχει προσβληθεί από την αρρώστια που οδήγησε στο θάνατο του άλλου. Η αμφιθυμική ψυχοσύγκρουση στις περιπτώσεις αυτές είναι κυρίαρχη.

Η κατάθλιψη αντιπροσωπεύει ένα επιπλέον στάδιο: το Εγώ ταυτίζεται με το χαμένο αντικείμενο (είμαι χαμένος).

Ας κάνουμε τώρα μια προσπάθεια να μεταφέρουμε όλες αυτές τις γνώσεις κι εμπειρίες στη δική μας απώλεια και στο δικό μας πένθος που προκλήθηκαν εξαιτίας του ξεριζωμού που έχουμε υποστεί.

Σχεδόν εξαρχής διαπιστώνουμε την πολυπλοκότητα της όλης ιστορίας. Χάσαμε κάτι, αλλά δεν το χάσαμε τυχαία. Αυτό που χάσαμε δεν πέθανε, συνεχίζει να υπάρχει. Πως το χάσαμε; Μας έδιωξαν; Φύγαμε; Κάποιοι άλλοι πως έμειναν; Τι κάναμε ερχόμενοι εδώ, πως αντιμετωπίσαμε την όλη κατάσταση; Πως συμβαίνει να έχουμε τόσο διαφορετικές απόψεις και συναισθήματα για το ίδιο συμβάν; Γιατί άραγε πολλοί από εμάς και για αρκετά χρόνια δεν ασχοληθήκαμε ιδιαίτερα με τις χαμένες πατρίδες και τώρα, εδώ και 2-3 χρόνια ως δια μαγείας επιστρατεύουμε άτομα, χρόνο, χρήμα και δημιουργούν συνέδρια, ομοσπονδίες και διάφορες άλλες ενέργειες με περιεχόμενο την Πόλη, την Ίμβρο ή την Τένεδο;

Για να δώσουμε μερικές απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά, θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τις γνώσεις και εμπειρίες που μας προσφέρει η ψυχαναλυτική προσέγγιση των πραγμάτων που αναφέρθηκαν πιο πάνω.

Κατ' αρχή θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο καθένας μας, ανάλογα με την προσωπικότητά του, διαφορετικά βιώνει μια απώλεια και διαφορετικά αντιδρά. Αυτός που εύκολα δένεται με ανθρώπους ή πράγματα, δύσκολα τα εγκαταλείπει, όπως και το αντίθετο. Επίσης, διαφορετικά αισθάνεσαι όταν οικιοθελώς απομακρύνεσαι από κάτι σε σύγκριση με μια κατάσταση όπου αναγκάζεσαι να φύγεις. Στην περίπτωση πολλών από εμάς, η ηλικία, η οικογενειακή και οικονομική κατάσταση, η φάση ζωής και οι διάφορες υποχρεώσεις σίγουρα επηρέασαν την απόφασή τους αν, κυρίως όμως πότε και πως θα φύγουν. Οι περίπου 14.000 Έλληνες υπήκοοι όμως υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την Τουρκία και μάλιστα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Δεν είχαν καμιά άλλη επιλογή, ούτε και το χρόνο για κάποια προετοιμασία

Όπως κι αν ονομάσει κανείς το δράμα που έχουμε υποστεί (αναγκαστική μετανάστευση, μαζική φυγή, ξεριζωμός ή κάτι άλλο) δεν παύει ν'αποτελεί μια απώλεια με τα αντίστοιχα συναισθήματα που αναφέραμε.

Οι Ίμβριοι και οι Τενέδιοι υπέστησαν διπλό πλήγμα. Πολλά παιδιά έφευγαν από τα νησιά τους σε ηλικία 13 ετών για να φοιτήσουν στα ελληνικά σχολεία που ήταν στην Πόλη. Δεν βίωναν μόνο την απώλεια του οικογενειακού και κοινωνικού τους περιβάλλοντος αλλά και τα έντονα προβλήματα προσαρμογής και αποδοχής στη μεγαλούπολη. Πολλά παιδιά και νέοι της εποχής εκείνης που δεν είχαν προλάβει να προσαρμοστούν στο διαφορετικό περιβάλλον της Πόλης αναγκάστηκαν για δεύτερη φορά να βιώσουν τη μεγάλη ταλαιπωρία του αποχωρισμού από τα πάτρια εδάφη.

Αρχικά οι συνθήκες που προκλήθηκαν εξαιτίας του φόρου περιουσίας το 1942 και των Σεπτεμβριανών το 1955 δεν κατάφεραν να διώξουν τους Ρωμιούς από την Τουρκία. Προφανώς η σιγουριά που προσφέρει το γνωστό και οικείο, ο κοινός εχθρός που ενώνει και οι κοινωνικό-οικονομικοί παράγοντες ήταν πιο ισχυροί από τους φόβους που υπήρχαν, με αποτέλεσμα ελάχιστοι να εγκαταλείψουν την Πόλη την περίοδο εκείνη. Ο διωγμός των Ελλήνων υπηκόων όμως το 1964 και η εισβολή στην Κύπρο οδήγησαν στην κατάρρευση αυτών των μηχανισμών άμυνας. Αντίθετα η εξιδανίκευση της Ελλάδας και η ταύτιση μ'αυτόν που έφευγε πήρε μεγάλες διαστάσεις και έτσι οδηγηθήκαμε στη μαζική φυγή. Η μητέρα πατρίδα Τουρκία για την οποία ούτως ή άλλως τρέφαμε αμφιθυμικά συναισθήματα (φροντίδα από τη μία και απειλή από την άλλη), αντικαταστάθηκε από την μητέρα πατρίδα Ελλάδα που θα μας έσωζε.

Στο σημείο αυτό όμως εισέρχεται αυτό που περιέγραψα πιο πάνω: το πένθος που προκαλείται εξαιτίας του αποχωρισμού. Η απώλεια, η θλίψη, οι ενοχές, ο θυμός και άλλα συναφή συναισθήματα αρχίζουν να κυριαρχούν και να εμποδίζουν την προσαρμογή στις νέες καταστάσεις. Παράλληλα η συμπεριφορά των εξιδανικευμένων Ελλαδιτών δεν είναι η αναμενόμενη, καθότι οι ντόπιοι γενικότερα, και όχι μόνο στην Ελλάδα, βιώνουν τον εισβολέα ως απειλή και τον απορρίπτουν. Η απογοήτευση που προκύπτει μετατρέπει την εξιδανίκευση σε υποτίμηση. Επίσης η επιθετικότητα που απευθυνόταν προς τους Τούρκους στρέφεται μερικώς τουλάχιστον προς τους Ελλαδίτες, προς τη μητέρα δηλαδή που δεν αποδέχεται τα παιδιά της.

Η αμφιθυμία κορυφώνεται, το δε συνειδητό συναίσθημα εκφράζεται με τις φράσεις: «δύο φορές ξένος», ή «είμαι παντού και πουθενά», «ξένος εδώ, ξένος εκεί». Σταδιακά αναπτύσσεται μια νοσταλγία για τη χαμένη πατρίδα που συμβολικά υπονοεί την αγκαλιά της μάνας που όμως χάθηκε για πάντα.

Η συναισθηματική σύγχυση και η εσωτερική σύγκρουση έπρεπε λοιπόν κάπως ν'αντιμετωπιστεί. Για τη διατήρηση της ταυτότητας και της ενότητάς μας δημιουργήσαμε τους συλλόγους και τα σωματεία. Για όλα τα άλλα όμως; (τον πόνο, την απώλεια, την απόρριψη, την αποξένωση, την ενοχή, το θυμό, τη θλίψη;).

Νομίζω ότι ο πιο αποτελεσματικοί μηχανισμοί άμυνας που χρησιμοποιήσαμε για τα πολλά δυσάρεστα και αμφιθυμικά συναισθήματα ήταν η άρνηση, η απώθηση και η μετάθεση. Σίγουρα όχι όλοι μας και σίγουρα όχι συνεχώς. Έτσι εξηγείται η στάση πολλών για πολλά χρόνια να μην επισκέπτονται την Πόλη, την Ίμβρο, ή την Τένεδο, να «αποφεύγουν» να συζητούν με τα παιδιά τους για σχετικά γεγονότα και συναισθήματα, να προσπαθούν ν'αλλάξουν την προφορά τους, να μην κάνουν παρέα με Πολίτες, δηλαδή σαν να μην υπήρξε όλο αυτό το παρελθόν, σαν να μην ανήκουμε εκεί αλλά εδώ.

Βέβαια, όπως ανέφερα πιο πάνω, δεν αντιδρά ο καθένας με τον ίδιο τρόπο. Μια άλλη μερίδα Ρωμιών π.χ. γκετοποιήθηκε. Η γκετοποίηση προσφέρει ασφάλεια και σιγουριά, δυσκολεύει όμως την προσαρμογή. Και μια τρίτη κατηγορία Ρωμιών το'παιζε σε διπλό ταμπλό (συναναστροφές με Ελλαδίτες, αλλά ταυτόχρονη διατήρηση των δεσμών και συνηθειών με συμπατριώτες).

Ένα από τα «συμπτώματα» αυτών των διαφορετικών επιλογών προσαρμογής το συναντούσαμε στη γλώσσα. Σε μια μεγάλη συγκέντρωση Κωνστ/πολιτών θα άκουες κάποιους να μιλάνε τούρκικα, κάποιους άλλους να μπερδεύουν τα «μου», «σου» με τα «με», «σε» και να τους ξεφεύγουν κάποιες πολίτικες λέξεις (ταβάνι, μπουζιέρα, μουσλούκι, μπαχτσές κλπ) και κάποιους άλλους τέλος, που πλέον δεν τους ξεχώριζες από Αθηναίους.

Οι διαφορετικές αυτές αντιδράσεις απέναντι στην ανάγκη προσαρμογής σταδιακά συνέκλισαν μεταξύ τους, τα έντονα αμφιθυμικά συναισθήματα αποδυναμώθηκαν και σε γενικές γραμμές η προσαρμογή στο νέο περιβάλλον ακολούθησε μια σχετικά ομαλή πορεία. Σ'αυτό συνέβαλε και η επιρροή των παιδιών μας που μεγάλωσαν εδώ και ενσωματώθηκαν πολύ περισσότερο απ'ό,τι εμείς.

Από την άλλη πλευρά η σχετική ηρεμία και η σταδιακή απομάκρυνση από τα δεινά του ξεριζωμού οδήγησε στην αύξηση των μεταξύ μας διαφορών που εκφραζόταν έμμεσα ή άμεσα μέσω των συλλόγων και των σωματίων μας. Δεν πήρε όμως ιδιαίτερα παθολογικές διαστάσεις. Άλλωστε η δημιουργία υποομάδων μέσα σε μια μεγάλη ομάδα θεωρείται φυσιολογική. Σε αρκετούς πάντως προκάλεσε κάποια αδιαφορία για τις προσπάθειες και δραστηριότητες των συλλόγων.

Τα τελευταία χρόνια όμως εμφανίστηκε στους κόλπους των Κων/πολιτών ένα νέο κίνημα, μια νέα τάση ενότητας και κοινής δράσης. Αξίζει τον κόπο να δούμε την ψυχαναλυτική προσέγγιση της νέας αυτής προσπάθειας.

Σε μια άλλη μου ομιλία είχαμε επεξεργαστεί το θέμα της υπαρξιακής κρίσης που περνάμε, θέτοντας μεταξύ άλλων το εύλογο ερώτημα «μετά από εμάς τι;», ποιος θα διατηρήσει τη συνέχειά μας; Είχαμε διαπιστώσει τότε ότι ο φόβος θανάτου ή αν θέλετε ο φόβος εξαφάνισης της δικής μας ομογένειας προφανώς κινητοποίησε μηχανισμούς που μας έχουν οδηγήσει σε αυτές τις δραστηριότητες.

Γράφοντας το κείμενο αυτό περί διεργασίας του πένθους θυμήθηκα κάποια στιγμή την υπαρξιακή μας κρίση και σκέφτηκα ότι οι δύο αυτοί παράμετροι (δηλ. το πένθος εξαιτίας του ξεριζωμού και ο φόβος θανάτου), προφανώς σχετίζονται μεταξύ τους. Με τον εξής τρόπο: Και στις δύο καταστάσεις κυρίαρχο συναίσθημα είναι η απώλεια, ως βίωμα αφενός (απώλεια της πατρίδας τότε) και αφετέρου ως φόβος απώλειας τώρα (δε χάνεται μόνο η ζωή μου, αλλά χάνεται κι όλη αυτή η οικογένεια μέσα στην οποία γεννήθηκα και μεγάλωσα). Ο ένας ξεριζωμός κάπως αντιμετωπίσθηκε, ο δεύτερος όμως; Μήπως η τωρινή συναισθηματική φόρτιση κινητοποίησε ανεπεξέργαστα συναισθήματα του παρελθόντος; Ως γνωστόν, το οποιοδήποτε δυσάρεστο συναίσθημα που βιώνω σήμερα, το βιώνω δυσάρεστα και έντονα επειδή ενεργοποιεί το αντίστοιχο δυσάρεστο συναίσθημα του παρελθόντος το οποίο είχε απωθηθεί.

Ό,τι φαινομενικά ξεπερνιέται, ενδέχεται να επανεμφανιστεί με τη μία ή την άλλη μορφή. Είναι λοιπόν αρκετά πιθανόν αν όχι σίγουρο, ο υπαρξιακός φόβος που βιώνουμε σήμερα να έχει ενεργοποιήσει τα συναισθήματα απώλειας που βιώσαμε στο παρελθόν, με αποτέλεσμα να βιώνονται πιο έντονα και να κινητοποιούν ανάλογους αμυντικούς μηχανισμούς, είτε σε ατομικό, είτε σε συλλογικό επίπεδο. Έτσι εξηγείται καλύτερα η αυξημένη δραστηριότητα και κινητοποίηση των συλλόγων και σωματείων, η ίδρυση της αλληλεγγύης, τα συνέδρια, η ίδρυση της ΟΙΟΜΚΩ , όπως και η αύξηση των ατομικών ή ομαδικών ταξιδιών στην Τουρκία που βοηθά στην αναζήτηση ριζών ή η προσέγγιση της νεολαίας για τη συνέχειά μας κ.λ.π.

Η συνειδητοποίηση ασυνείδητων μηχανισμών αποτελεί προϋπόθεση για την περαιτέρω ωρίμανσή μας. Το ίδιο ισχύει για το πένθος και τις ασυνείδητες πλευρές του. Οι συνθήκες τότε ίσως δε μας βοήθησαν ιδιαίτερα να βιώσουμε ένα φυσιολογικό πένθος. Ενδέχεται λοιπόν αρκετοί από εμάς να συνεχίζουμε να έχουμε αμφιθυμικά ή επιθετικά συναισθήματα προς τους εδώ ή προς τους εκεί. Επίσης οι όποιοι Πολίτες παρέμειναν στην Πόλη μπορεί να νιώθουν αρνητικά προς εμάς (τους εγκαταλείψαμε και φύγαμε). Οι προσπάθειες που γίνονται για τους στόχους που έχουμε βάλει εδώ και λίγα χρόνια μπορεί να εμποδίζονται ή να διαφέρουν πολύ μεταξύ τους, ακριβώς επειδή η συναισθηματική μας προσέγγιση προς το όλο θέμα διαφέρει.

Σκεπτόμενος όλα αυτά συνειδητοποίησα, ομολογώ για πρώτη φορά, ότι δεν έχω πενθήσει αρκετά την απώλεια της γενέτειράς μου. Σε κάποιους από εσάς μπορεί να συμβαίνει το ίδιο.

Καλώ λοιπόν τον εαυτό μου και όλους τους συμπολίτες μου να αποδεχτούμε αρχικά την πιθανότητα ύπαρξης κατάλοιπων απωθημένων συναισθημάτων εξαιτίας του ξεριζωμού που έχουμε υποστεί. Να επεξεργαστούμε όσο το δυνατό καλύτερα ό,τι αρνητικό έχει απομείνει από εκείνη την περίοδο. Και να στραφούμε πιο συνειδητοποιημένοι κι πιο απελευθερωμένοι προς στους νέους μας στόχους.

Σε πρακτικό επίπεδο αυτό επιτυγχάνεται κυρίως με την αναβίωση όλων των εμπειριών, σχεδίων και αναμνήσεων, ώστε να γίνει αντιληπτό ότι όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Ένα παρελθόν όμως που παραμένει ζωντανό, που μπορούμε να το επισκεπτόμαστε και να το μοιραζόμαστε μεταξύ μας και με τα παιδιά μας. Με τον τρόπο αυτό η απώλεια ή ο ξεριζωμός στον οποίο αναφερόμαστε θα επανεδοβληθεί σ'ένα συναισθηματικά ωριμότερο επίπεδο. Παράλληλα ενδέχεται και τα παιδιά μας να συμπεριλάβουν στην ταυτότητά τους την πρώτη μας πατρίδα, όχι μόνο ως καταγωγή των γονιών τους, αλλά και ως προσωπική εμπειρία.

Η αυτογνωσία που πάντα περιλαμβάνει τη συνειδητοποίηση ασυνείδητων φόβων ή αναγκών δε σημαίνει παθολογία, ούτε παραίτηση από την οποιαδήποτε δράση. Ίσα ίσα το αντίθετο: βοηθά ώστε οι εκάστοτε επιλογές να είναι πιο συνειδητές, πιο εποικοδομητικές και πιο αποτελεσματικές.

Αυτά τα λίγα ή πολλά είχα να σας πω. Θέλησα να σας μεταφέρω τρία βασικά μηνύματα:

  • Αυτό που καθορίζει τη ζωή και τη συμπεριφορά μας δεν είναι η λογική, αλλά οι συναισθηματικές μας ανάγκες και οι αντίστοιχοι φόβοι. Μην το ξεχνάτε!!

  • Κάθε επιλογή, κάθε δράση ή αντίδραση έχει μια συνειδητή και μια ασυνείδητη πλευρά. Η ασυνείδητη, ακριβώς επειδή είναι ασυνείδητη, είναι πιο σημαντική και καλούμαστε όσο γίνεται κι όσο μπορούμε να τη συνειδητοποιούμε.

  • Η απώλεια, ο αποχωρισμός, η εγκατάλειψη και ο θάνατος είναι βιώματα τεράστιας σημασίας. Μόνο μέσα από μια φυσιολογική διεργασία πένθους μπορούμε να απαλύνουμε τον πόνο και να επανεπενδύσουμε σε νέες καταστάσεις. Μη διστάζετε λοιπόν να επιτρέπετε στον εαυτό σας να βιώνει τα συναισθήματα που προκαλεί η κάθε μορφή απώλειας.

Όλα αυτά τα χρόνια που ζούμε εδώ στην Ελλάδα πενθούμε χωρίς να το καταλαβαίνουμε, είτε αρνούμενοι την απώλεια και τον ξεριζωμό, είτε βιώνοντας ευχάριστα και δυσάρεστα συναισθήματα βρισκόμενοι μεταξύ μας σε μικρές ή μεγάλες συγκεντρώσεις και εκδηλώσεις. Και η σημερινή μας συνάντηση έχει αυτόν το χαρακτήρα. Σε συνειδητό επίπεδο ήρθατε εδώ για να παρακολουθήσετε μια ομιλία, για να τιμήσετε εμένα, για να ανταποκριθείτε στο κάλεσμα των Προέδρων των συλλόγων σας κ.λ.π. Σε ασυνείδητο επίπεδο ήρθατε ενδεχομένως για να πενθήσετε. Το ίδιο ισχύει και για μένα. Προετοιμάζοντας το κείμενο αυτό, 5 λεπτά έγραφα, 50 λεπτά περιπλανιόμουν στις αναμνήσεις....

Τελειώνοντας και για να μην πέσουμε σε περαιτέρω κατάθλιψη σας επαναφέρω, στο σήμερα, όπου έχουμε αποφασίσει να κάνουμε νέες, συγκροτημένες και μεθοδευμένες προσπάθειες για τη διατήρηση της ταυτότητάς μας και της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.

Είμαι της άποψης ότι για να έχουμε ικανοποιητικά αποτελέσματα θα πρέπει να είμαστε όσο το δυνατό περισσότερο συνειδητοποιημένοι και απαλλαγμένοι από συναισθηματικές ανάγκες που θα λειτουργούν εις βάρος μας, όπως είναι για παράδειγμα οι ανάγκες για εκδίκηση, προβολή, εξουσία κ.λ.π. Σε αυτό μπορεί να συμβάλλει και η ολοκλήρωση της διαδικασίας πένθους που περνάμε, όπως περιγράφηκε πιο πάνω.

Σας ευχαριστώ

Παντελής Παπαδόπουλος